Στις 19 Ιουνίου 1823 , ο Πανάγος Ζαριφόπουλος απέστειλε μία αίτηση στην Υπέρτατη Διοίκηση με την οποία ζητούσε να μην δημοπρατηθούν ως εθνικά τα κτήματα που είχε αγοράσει από Οθωμανούς της επαρχίας Φαναρίου. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι δώδεκα χρόνια πριν από την επανάσταση του 1821 είχε αγοράσει μαζί με κάποιον Αγαρηνό, που ονομαζόταν Μαχμούτης ,το χωριό Κουτρούλη. Ο Ζαριφόπουλος υποστηρίζει ότι αργότερα έδωσε στον τούρκο 9500 γρόσια και απέκτησε το μερίδιό του και ότι διαθέτει και τα σχετικά έγγραφα της αγοραπωλησίας. Ακόμη αναφέρει ότι αγόρασε από κάποιον Οθωμανό, που ονομαζόταν Χασάνης , χωράφια στο χωριό Τόγια δίδοντάς του 8500 γρόσια. Ο Ζαριφόπουλος επίσης υποστηρίζει ότι αγόρασε και το χωριό Παλαιοφάναρο από κάποιον τούρκο του Λάλα που ονομαζόταν Βεηζουλάς δίδοντάς του 9000 γρόσια. Αναφέρει ότι για όλα αυτά διαθέτει τα απαραίτητα έγγραφα από τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 1821 αλλά δεν μπόρεσε να κατέβει στη περιοχή για να δείξει ότι είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης. Άρχισε ο αγώνας , έφυγαν οι τούρκοι από τη περιοχή και κλείστηκαν στο κάστρο της Καρύταινας. Μαθαίνοντας ο Ζαριφόπουλος ότι τα ελληνικά στρατεύματα διαλύθηκαν όταν τουρκικές δυνάμεις έφθασαν προς βοήθεια των πολιορκούμενων και φοβούμενος μήπως επιστρέψουν οι τούρκοι φαναρίτες στη περιοχή , μετέβη στη Καλαμάτα προκειμένου η οικογένειά του να είναι ασφαλής. Επιστρέφοντας όμως αργότερα στο μέρος που βρίσκονται τα κτήματά του, είδε τους χωρικούς να είναι εξαγριωμένοι και να έχουν καταπατήσει τη περιουσία του.
Ο Ζαριφόπουλος ζητάει από την Ανώτατη Διοίκηση να μην δημοπρατηθούν τα κτήματά του αλλά να αναγνωριστούν ως ιδιοκτησία του. Η Διοίκηση αποφάσισε να μην δημοπρατηθούν ως εθνικά , το χωριό Κουτρούλη , τα χωράφια Τόγια και το χωριό Παλαιοφάναρο αλλά να δοθούν στο Ζαριφόπουλο. Έδωσε όμως εντολή στο Υπουργείο των Εσωτερικών ώστε αυτό να υποχρεώσει τον αιτούντα να παρουσιάσει τα έγγραφα που ισχυρίζεται ότι διαθέτει γα τα κτήματά του και να στείλει άνθρωπο για να εξετάσει τους κατοίκους της περιοχής αν γνωρίζουν ότι ο Ζαριφόπουλος ήταν ποτέ κύριος των εν λόγω ακινήτων και αν είχαν ακούσει ότι έδωσε χρήματα στους τούρκους για αυτά. Στα αρχεία της ελληνικής παλιγγενεσίας της Βουλής , βρήκαμε την αίτηση του Πανάγου Ζαριφόπουλου και είναι η παρακάτω.
Το χωριό Κουτρούλη ήταν κοντά στο Ζάχα (Καλλιθέα) , αλλά δεν υπάρχει σήμερα. Το χωριό Τόγια είναι το σημερινό Πλουτοχώρι και το Παλαιοφάναρο είναι σήμερα περιοχή του χωριού Φρίξα. Όλα αυτά τα χωριά ανήκουν στο νομό Ηλείας. Έχουμε πολλές περιπτώσεις ελλήνων στη Πελοπόννησο που ήσαν ιδιοκτήτες χωριών αλλά και πολύ μεγάλων εκτάσεων γης. Ένας από αυτούς ήταν ο Κωνσταντίνος Γιαννόπουλος ο οποίος ισχυριζόταν ότι είχε αγοράσει το χωριό Ρετεντού (Χειμαδιό) από κάποιους Οθωμανούς. Για τη περίπτωση αυτή έχουμε κάνει ανάρτηση στο διαδίκτυο. Ο Τζανέτος Χριστόπουλος που έλαβε μέρος στη πολιορκία του Λάλα ως επικεφαλής ολυμπίων πολεμιστών , ήταν συνιδιοκτήτης του χωριού Λογκός. Δεληγιανναίοι μαζί με τον Παπαλέξη είχαν αγοράσει τα χωριά Κρέστενα , Μακρίσια και Γκρέκα που ήσαν παλιές ιδιοκτησίες των χοτομαναίων της Γαστούνης. Οι Ζαφειρόπουλοι ήσαν ιδιοκτήτες των χωριών Βρίνα , Ρίσοβο και Μπέρεκλα , παλιές ιδιοκτησίες των χοτομαναίων της Γαστούνης. Ο Χρύσανθος Σισίνης αγόρασε τη περίοδο 1753 – 1763 από τους χοτομαναίους της Γαστούνης , 2850 στρέμματα στη Γλαρέντζα (Κυλλήνη). Ο Πανάγος Ζαριφόπουλος, ο οποίος απέστειλε την αίτηση στην Ανώτατη Διοίκηση , ήταν ιδιοκτήτης και των χωριών Σίμου και Σερβοτά τα οποία είχε αγοράσει από τούρκους. Έχουμε και μερικούς μεγαλοϊδιοκτήτες, όπως ο προύχοντας Στασινός από την Άκοβα που ήταν ιδιοκτήτης 40 χωριών στη βόρεια και δυτική Γορτυνία και ο Θανάσης Κουλάς που ήταν ιδιοκτήτης 30 χωριών , από του Ιμπραήμ της Μεγαλόπολης μέχρι του Πυρρή της Ηραίας. Ο Ανανίας ο μητροπολίτης Λακεδαιμονίας ήταν ιδιοκτήτης 3 χωριών.