Η Φειά ήταν μία από τις οκτώ κυριότερες πόλεις της Πισάτιδας. Οι άλλες εφτά ήσαν, οι Λετρίνοι, το Δυσπόντιο, το Κικύσιο, η Σαλμώνη, η Ηράκλεια, η Πίσα και η Άρπινα. Βρισκόταν στον ορμίσκο του Αγίου Ανδρέα στη περιοχή του Κατακόλου. Ήταν επίνειο της Ολυμπίας αλλά και ολόκληρης της Πισάτιδας. Στο υψηλότερο σημείο του ακρωτηρίου Ιχθύος βρισκόταν η ακρόπολη της Φειάς την οποία αργότερα ανακαίνισαν οι Βυζαντινοί και το 1205 επισκεύασαν οι Φράγκοι όταν κατέλαβαν το κάστρο. Η Βυζαντινή του ονομασία ήταν ποντικόν ή πονδικόν και μετά την Οθωμανική κατάκτηση ποντικόκαστρο. Είναι πιθανόν να ονομάστηκε «ποντικόν» λόγω της ομοιότητας της κάτοψης του λόφου με ποντικό, ή επειδή είναι πάνω στη θάλασσα (πόντος = θάλασσα). Η βάση του είναι αρχαία κατασκευή ενώ υπάρχουν και ίχνη αρχαίου ελληνικού τείχους .Στη νότια πλευρά του φρουρίου βρέθηκαν ίχνη αγγείων και κεράμων της αρχαίας εποχής. Το σωζόμενο τείχος που βλέπουμε σήμερα είναι Βυζαντινό. Στα βόρεια και στα δυτικά του ποντικόκαστρου εκτεινόταν η αρχαία πόλη ενώ το λιμάνι βρισκόταν στα δυτικά του στον ορμίσκο του Αγίου Ανδρέα. Με τα χρόνια όμως αχρηστεύτηκε επειδή το παραμέλησαν αλλά και λόγω των προσχώσεων. Στα ανατολικά και στα βόρεια του κάστρου εκτείνεται η πεδιάδα ενώ στα νότια και στα δυτικά το Ιόνιο πέλαγος. Η θέα από εδώ είναι καταπληκτική. Μπορεί κανείς να δει τη Ζάκυνθο και με καλές συνθήκες ορατότητας και τη Κεφαλονιά. Οι Φράγκοι άλλωστε ονόμασαν το κάστρο Μπο-Βουάρ, αλλά αναφερόταν και σαν Μπελ-Βεντέρε. Και τα δύο σημαίνουν «ωραία θέα».
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 έγινε υποθαλάσσια και παράκτια έρευνα από τον αρχαιολόγο Νικόλαο Γιαλούρη η οποία απέδωσε πλούσια αρχαιολογικά ευρήματα. Βρέθηκαν οικοδομικά λείψανα σε όλο το κόλπο, μέχρι και 200 μέτρα από την ακτή, αλλά και θραύσματα αγγείων όλων των εποχών από τη μυκηναϊκή μέχρι την ύστερη ρωμαϊκή εποχή και στη ξηρά και στη θάλασσα. Τα σπουδαιότερα από τα ευρήματα είναι 2 κυκλαδικά ειδώλια που χρονολογούνται στα τέλη της 3ης χιλιετίας που φανερώνουν τη χρήση του λιμανιού από την εποχή αυτή. Στους ολυμπιακούς αγώνες στο λιμάνι της Φειάς έφταναν οι αθλητές και οι επισκέπτες και από εδώ πήγαιναν στην Ολυμπία ακολουθώντας την ιερά οδό η οποία περνούσε σε μικρή απόσταση από τη πόλη και συνέδεε την Ήλιδα με την Ολυμπία. Ο σεισμός του 6ου μ.χ. αιώνα είναι μάλλον αυτός που κατέστρεψε τη Φειά όταν δηλαδή κατεστράφη και η Ολυμπία.
Η πρώτη αναφορά για τη Φειά γίνεται στην Ιλιάδα. Ο βασιλιάς της Πύλου Νέστορας , ενώ βρισκόταν στη Τροία, μεταξύ των άλλων λέγει : « Να ΄ταν, πατέρα Δία κι Απόλλωνα και συ Αθηνά, τα νιάτα
να ΄χω όπως τότε, σαν εμάχουνταν όλοι μαζί οι Πυλιώτες
στο γοργορέματο Κελάδοντα με τους τρανούς Αρκάδες
μπρος στα τειχιά της Φειάς, στου Γιάρδανου τα ρέματα τρογύρα».
Η μετάφραση είναι του Νίκου Καζαντζάκη και του Γιάννη Κακριδή. Από τους στίχους αυτούς φαίνεται ότι η πόλη στα ομηρικά χρόνια ήταν τειχισμένη και βρισκόταν κοντά στον Ιάρδανο ποταμό.
Αλλά και στην Οδύσσεια αναφέρεται η Φειά. Ο Τηλέμαχος ο γιός του Οδυσσέα επισκέφτηκε τη Πύλο αλλά και τη Σπάρτη για να ζητήσει πληροφορίες για τη τύχη του πατέρα του από το Νέστορα και το Μενέλαο. Είχε αφήσει το καράβι του στη θάλασσα της Πύλου. Επιστρέφοντας από τη Σπάρτη αναχώρησε με τους συντρόφους του και ο Όμηρος αναφέρει :
«Και πέρασαν
απόξω απ΄ τους Κρουνούς κι απ΄ την
καλόνερη Χαλκίδα.
Κι ο γήλιος σα βασίλευε, κι απόσκιωναν
οι δρόμοι,
με του Διός τον άνεμο για τις Φεές
τραβούσε,
και για τη θεία την Ήλιδα, που Επειώτες
την ορίζουν
και στα βραχόσπαρτα νησιά πλώρη έβαλε
αποκείθε ».
Η μετάφραση είναι του Αργύρη Εφταλιώτη. Οι Κρουνοί που αναφέρονται εδώ ήταν οικισμός της Τριφυλίας, μιας από τις τρεις περιοχές της Ηλείας. Οι άλλες δύο ήσαν η Πισάτιδα και η Κοίλη Ήλιδα. Η Χαλκίδα ήταν χείμαρρος αλλά και οικισμός της Τριφυλίας που βρισκόταν στη περιοχή που βρίσκεται σήμερα το Ανεμοχώρι Ηλείας.
Το 431 π.χ. , το πρώτο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου, οι Αθηναίοι απεβίβασαν στρατό για να λεηλατήσουν την Ηλεία γιατί οι Ηλείοι ήσαν σύμμαχοι των Σπαρτιατών. Ο Θουκυδίδης γράφει ότι οι Αθηναίοι προσέγγισαν στο ακρωτήρι της Ηλείας Φειά και ελεηλάτησαν την ύπαιθρο χώρα για δυο ημέρες. Τότε έσπευσαν σε βοήθεια οι κάτοικοι της περιοχής και τριακόσιοι εκλεκτοί άνδρες από τη πεδινή Ήλιδα και από τα κοντινά μέρη της ορεινής αλλά στη μάχη που έγινε ενίκησαν οι Αθηναίοι. Τα πλοία ήσαν αγκυροβολημένα στην ανοικτή θάλασσα και λόγω της καταιγίδας που σηκώθηκε και της σφοδρής τρικυμίας, πολλοί στρατιώτες ανέβηκαν στα πλοία, περιέπλευσαν το ακρωτήριο Ιχθύος και κατευθύνθηκαν προς το λιμάνι της Φειάς. Οι Μεσσήνιοι όμως και μερικοί άλλοι, που δεν μπόρεσαν να επιβιβαστούν στα πλοία, προήλασαν δια ξηράς και κατέλαβαν τη Φειά. Όταν ο στόλος κατέπλευσε στο λιμάνι παρέλαβε αυτούς και εγκατέλειψε τη πόλη γιατί εν τω μεταξύ ερχόταν προς βοήθεια ο στρατός των Ηλείων.
Ο Στράβων (64 π.χ. – 24 μ.χ.) κάνει την εξής αναφορά : «Μετά τον Χελωνάτα είναι η μεγάλη παραλία των πισατών. Μετά το ακρωτήριο Φειά. Κάποτε υπήρχε εδώ και πολίχνη. Υπάρχει και μικρό ποτάμι κοντά. Μερικοί λένε ότι αρχή της Πισάτιδας χώρας είναι η Φειά. Μπροστά της υπάρχει νησάκι και λιμάνι, από όπου η συντομότερη απόσταση της Ολυμπίας από τη θάλασσα είναι εκατόν είκοσι στάδια». Τα 120 στάδια αντιστοιχούν με 23072 μέτρα.
Ο Παυσανίας (110 μ.χ – 180 μ.χ.) δεν επισκέφτηκε τη Φειά. Πιθανόν, το 173 μ.χ. που πέρασε ο περιηγητής από τη περιοχή, η πόλη να είχε εγκαταλειφτεί. Περιγράφει όμως μια σκηνή από τη λάρνακα του Κυψέλου που υπήρχε στην Ολυμπία. Συγκεκριμένα γράφει : «Άλλοι πάλι λένε ότι πρόκειται για στρατιώτες που μαζεύονται για μάχη και είναι κάτοικοι της Πύλου και Αρκάδες που πρόκειται να πολεμήσουν κοντά στη πόλη Φειά και στον Ιάρδανο ποταμό».
Ενώ στην αρχαιότητα όσοι ήθελαν να επισκεφτούν την Ολυμπία έρχονταν με πλοία στο λιμάνι της Φειάς , σήμερα σε ένα άλλο λιμάνι, που απέχει μόνο δύο χιλιόμετρα από την αρχαία πόλη, σε αυτό του Κατακόλου, καταφθάνουν κάθε χρόνο εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες, με πολυτελή κρουαζιερόπλοια και ακολουθούν την ίδια διαδρομή με τους αρχαίους, χρησιμοποιώντας βέβαια πούλμαν και ταξί, προκειμένου να επισκεφτούν τον αρχαιολογικό χώρο και τα μουσεία της Ολυμπίας.